2012-05-14

Ασφάλεια των βιβλιοθηκών: Ένα πραγματικό πρόβλημα

Με αφορμή το σχόλιο της κ. Τοράκη στο άρθρο που αναπαρήγαγα για τον “Χρυσαυγίτη” γιατρό στον «Άγιο Σάββα», σκέφτηκα πως τελικά θα ‘χε ενδιαφέρον έστω κι από εδώ να ανοίξουμε μια συζήτηση για την ασφάλεια των βιβλιοθηκών. Φυσικά και δεν είναι για γέλια τέτοια περιστατικά και ο τίτλος ήταν καταχρηστικός. Θα συμφωνήσω απόλυτα με την άποψη της κ. Τοράκη πως πρόκειται για ανησυχητικό συμβάν, είναι όμως το μόνο; Ήταν η πρώτη φορά που το προσωπικό της βιβλιοθήκης βρισκόταν αντιμέτωπο με μια παράλογη συμπεριφορά; Νομίζω πως οι περισσότεροι, αν όχι όλοι, ήδη σιγομουρμουρίζετε “όχι βέβαια!” καθώς κάποια στιγμή στην καριέρα σας έχετε βρεθεί αντιμέτωποι με κάτι ανάλογο (λιγότερο ή περισσότερο ακραίο).

Νομίζω, πως όλο αυτό έχει τουλάχιστον τρεις πτυχές (βασίζομαι σ’ εσάς για να εντοπίσω περισσότερες αν υπάρχουν μέσω των σχολίων σας). Κατ’ αρχάς, ακόμα και κάποιοι από τους τακτικούς επισκέπτες / χρήστες των βιβλιοθηκών δεν έχουν μάθει να σέβονται το χώρο και το προσωπικό των βιβλιοθηκών. Βασικό έλλειμμα παιδείας; Οπωσδήποτε είναι η πρώτη απάντηση. Από την άλλη, όμως, αυτό που έχω παρατηρήσει έχοντας περάσει και από δημοτική βιβλιοθήκη αλλά και από ειδικές / ερευνητικές, όσο περισσότερα πτυχία και γαλόνια έχει κάποιος τόσο λιγότερο σέβεται το χώρο και ακόμα λιγότερο το βιβλιοθηκονόμο που έχει απέναντί του. Γιατί σίγουρα μπορώ να δικαιολογήσω ένα μάτσο κακομαθημένα παιδιά ή μια παρέα εφήβων που θα μπουν στη βιβλιοθήκη και θα ζητήσουν να εξυπηρετηθούν αδιαφορώντας αν προηγούνται άλλοι. Και είναι σαφώς πιο εύκολο να το διαχειριστώ κιόλας γιατί θα τους πω: «Φυσικά, θα σας εξυπηρετήσω μόλις έρθει η σειρά σας γιατί όπως βλέπετε ο κύριος / η κυρία ήταν εδώ πριν από εσάς». Επίσης, τα παιδιά είναι πιο εύκολο να τα πείσω για την τήρηση του κανονισμού απλά και μόνο γιατί αν τους θέσω το δίλημμα «ή το κάνετε ή θα πρέπει να φύγετε» η πλειοψηφία θα πεισθεί και δε θα ρισκάρει το να τα «διώξω» και να μείνουν χωρίς πληροφορίες για την εργασία της τεχνολογίας. Με τους ενήλικες όμως, είναι μια εντελώς άλλη υπόθεση. Όπως είδαμε στο άρθρο για τη βιβλιοθήκη του «Αγ. Σάββα», επρόκειτο για γιατρό. Και μπορεί η Χρυσή Αυγή να ήταν απλά ένα πρόσχημα. Δείχνει όμως την ποιότητα ενός ανθρώπου που έφαγε κάπου 20 χρόνια στα θρανία (μπορεί και περισσότερο) και έμεινε ξύλο απελέκητο που λένε και στο χωριό μου. Ο σεβασμός είναι σίγουρα κάτι που κερδίζεται και όχι κάτι που απαιτείται και η κοινωνία μας θα έπρεπε ως τώρα να ήταν αρκετά ώριμη ώστε να αποβάλει αυτομάτως τέτοια κακώς κείμενα. Δε με αφορά το τι ψηφίζει ο - κατ’ ευφημισμόν - κύριος. Αυτό που με ενδιαφέρει είναι πως για κάποιο λόγο θεωρούσε πως είναι πιο σημαντικό το να εξυπηρετηθεί ο ίδιος και όποιος δεν ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις του είναι αυτομάτως άχρηστος. Αντιστοίχως αν του έλεγε ένας βιβλιοθηκονόμος πως δικαιούται 5 φωτοτυπίες από τον κανονισμό θα εξαπέλυε απειλές προς το βιβλιοθηκονόμο, απειλές οι οποίες με τη ρευστότητα στο εργασιακό τοπίο θα έπιαναν τόπο και ακόμα κι αν ο εργαζόμενος επέλεγε να εμμείνει στην αρχική του θέση, η πίεσή του θα ‘χε φτάσει στο ταβάνι και η ψυχή του στην Κούλουρη από το άγχος.

Το δεύτερο είναι πως οι βιβλιοθήκες (είτε ως αυτόνομοι οργανισμοί είτε ως τμήματα άλλων) σπανίως φυλάσσονται καλά ώστε τόσο το προσωπικό όσο και οι αναγνώστες να είναι ασφαλείς. Έχω πέσει θύμα κλοπής σε βιβλιοθήκη που εργαζόμουν γιατί απλούστατα δεν υπήρχε ούτε χώρος για τη φύλαξη των προσωπικών αντικειμένων ούτε και δυνατότητα επίβλεψης όλου του χώρου από το προσωπικό. Επίσης έχω νιώσει πώς είναι η βιβλιοθήκη να λειτουργεί ως αργά, με όλες τις άλλες υπηρεσίες κλειστές, χωρίς φύλακα και την ώρα που κλειδώνω την πόρτα να κοιτάζω πάνω από τον ώμο μου και να νιώθω το φυλλοκάρδι μου να τρέμει στο άκουσμα κάθε βήματος στο δρόμο. Και φυσικά εγώ μπορεί να έχασα ένα πορτοφόλι αλλά τα ελλιπή συστήματα ασφαλείας (είτε είναι ένας φύλακας είτε κάποιο τεχνικό μέσο) στοιχίζουν συχνά και κομμάτια συλλογών ή ακόμα και σπάνια τεκμήρια. Μόλις θυμήθηκα τη φράση της κ. Κυριακοπούλου στη συνέντευξη στο «ΒΗΜagazino» όπου παρατηρεί «αρκετούς μετανάστες που έρχονται στη βιβλιοθήκη και ηρεμούν. Εδώ δεν θα έχουν τον φόβο της Αστυνομίας και της πράσινης κάρτας.» Και σκέφτομαι πως σίγουρα το να ζητάμε τα στοιχεία όποιου επισκέπτεται τη βιβλιοθήκη δεν είναι σωστό και θα στοιχίσει μεγάλο μέρος των επισκεπτών μας πιθανότατα. Οι βιβλιοθήκες ορθώς είναι χώροι ελεύθερης πρόσβασης. Αλλά ούτως ή άλλως μια ταυτότητα δε δείχνει αν ο κάθε επισκέπτης έχει σώας τας φρένας ή αν είναι επικίνδυνος. Και πολύ φοβάμαι πως για τις βιβλιοθήκες ισχύει ό,τι και για τα χωριά… «όλες έχουν τον τρελό τους». Και το να πρόκειται για ήπιες περιπτώσεις που λειτουργούν ως απλή όχληση έχει καλώς. Αν όμως, τίθεται σε κίνδυνο η σωματική ακεραιότητα ή η ψυχική ισορροπία των υπολοίπων; Σκεφτείτε μια ψυχικά διαταραγμένη προσωπικότητα σ’ ένα αναγνωστήριο με μικρά παιδιά. Ποια είναι η θέση του βιβλιοθηκονόμου; Πώς να το χειριστεί κανείς; Νομίζω πως χρειάζεται αν μη τι άλλο μια εκπαίδευση πάνω σε τέτοια θέματα. Επειδή τίποτα, όμως, δεν εξαρτάται από τους τελευταίους τροχούς της αμάξης, αποτελεί, εγκληματική, κατ’ εμέ, αμέλεια οι διοικήσεις να μην έχουν ως προτεραιότητά τους την ασφάλεια του χώρου, του προσωπικού, των επισκεπτών και της συλλογής. Πρέπει οι ιθύνοντες να καταλάβουν πως πρόκειται για επένδυση κι όχι για έξοδο.

Τέλος, ένα τρίτο ζήτημα που λανθάνει, κατά κάποιο τρόπο, εντός του δεύτερου (αν και πρόκειται για προσωπική μου άποψη έχω ακούσει κι άλλους συναδέλφους να συμφωνούν σε σχετική συζήτηση) είναι πως οι βιβλιοθήκες συχνά γίνονται, για τους οργανισμούς στους οποίους ανήκουν “το χαλί”, κάτω από το οποίο κρύβουν τα προβλήματα. Ένα τέτοιο πρόβλημα, ειδικότερα σε οργανισμούς του δημοσίου, είναι βοηθητικό προσωπικό το οποίο χαρακτηρίζεται από κάποιες «ιδιαιτερότητες». Τυπικό, φοβάμαι, παράδειγμα είναι η τοποθέτηση ψυχικά διαταραγμένων ατόμων στις βιβλιοθήκες μεγάλων οργανισμών (π.χ. νοσοκομείων, δήμων κ.λπ.). Φυσικά, όλοι έχουν δικαίωμα στην εργασία και συχνά αυτή είναι ευεργετική για τα άτομα αυτά, όμως η συχνότητα με την οποία απαντώνται άνθρωποι με ψυχολογικά προβλήματα ή αντικοινωνική συμπεριφορά στις βιβλιοθήκες σε αντίθεση με άλλες υπηρεσίες, τουλάχιστον εμένα με προβληματίζει. Στις βιβλιοθήκες ισχύει πως «ένα λάθος δε θα σκοτώσει κανέναν» κι απ’ το να βάλουν μια διαταραγμένη προσωπικότητα στη γραμματεία ενός νοσοκομείου ή σ’ ένα λογιστήριο, προτιμούν να τους «προωθούν» στις βιβλιοθήκες. Άλλο ένα στοιχείο είναι πως υπάρχουν εργασίες στη βιβλιοθήκη οι οποίες μπορούν να γίνονται αποκλειστικά χωρίς επαφή με το κοινό (όπως π.χ. η ταξιθέτηση σε ώρες που δε λειτουργεί το αναγνωστήριο ή το βιβλίο εισαγωγής κ.ο.κ.). Αυτό είναι και το άλλοθι των διαφόρων διοικούντων. Προφανώς, όμως, κανείς δεν δείχνει να δίνει σημασία στο γεγονός πως κάποια από αυτά τα άτομα εμποδίζουν, παρενοχλούν ή ακόμα και απειλούν (σε πιο ακραίες περιπτώσεις - ναι έχω ακούσει και τέτοιες) το υπόλοιπο προσωπικό προκαλώντας αναστάτωση σ’ όλο τον κύκλο εργασιών. Αντί για εξειδικευμένο, αποδοτικό ανθρώπινο δυναμικό το οποίο ούτως ή άλλως λείπει από τις βιβλιοθήκες μας (τώρα πολύ περισσότερο από άλλοτε), τις φορτώνουμε με δυσλειτουργικά άτομα που όχι μόνο δε βοηθούν αλλά επιβαρύνουν και το παραγωγικό προσωπικό, είτε μεταθέτοντάς του φόρτο εργασίας που δεν διεκπεραιώνουν είτε απλά προκαλώντας τη δυσαρέσκεια και την ψυχική κόπωση των υπολοίπων. Γιατί, λοιπόν, να επιβαρύνονται οι προϋπολογισμοί με μισθούς οι οποίοι όχι μόνο δε λειτουργούν ανταποδοτικά αλλά γίνονται και τροχοπέδη και μάλιστα σε μια εποχή περικοπών σε μισθοδοσία και αριθμό εργαζομένων;

Αυτές είναι οι σκέψεις μου και ανυπομονώ για τα σχόλιά σας. Ελπίζω να μη βρίσκετε σκληρή τη γραφή μου. Δεν είναι πρόθεσή μου να προσβάλλω κανέναν. Το μόνο που επιδιώκω είναι πραγματικά, την έναρξη ενός παραγωγικού διαλόγου.

1 σχόλιο:

Ανθή Κατσιρίκου είπε...

Αγαπητή Αφροδίτη και συνάδελφοι που παρακολουθείτε αυτό το χώρο συζήτησης.
Συμφωνώ με τα γραφόμενά σου και έχουμε πράγματι εμπειρίες που προκύπτουν απο πλημμελή ασφάλεια των βιβλιοθηκών, οπως τις περιγράφεις.
Θέλω να θέσω όμως και μια άλλη πτυχή που συνδέεται με την ασφάλεια του προσωπικού των βιβλιοθηκών, εκείνο της υγιεινής.
έΧουμε μετρήσεις για την υγιεινή των χώρων που στεγάζονται οι βιβλιοθηκες, υγρασία, ξηρασία, αερισμός, σκόνη, φως κλπ;
Ξέρω ότι έχουν γίνει μελέτες αυτού του είδους, αλλά ποτε σε εθνική έκταση.
Είναι μία πρόταση που πρέπει να γίνει σε επίσημους φορείς όπως η ΜΟΠΑΒ και η Εθνική ΣΤατιστική ΑΡχή. τα διεθνή πρότυπα υπάρχουν. Προτίθεμαι μάλιστα να απευθύνω την πρόταση άμεσα στους φορείς αυτούς.
Με πολλούς χαιρετισμούς,
Ανθή Κατσιρίκου